Μετά τή νομιμοποίηση τοῦ Κομμουνιστικοῦ Κόμματος στήν Ἑλλάδα τό 1974 καί τή συμπλήρωση τῆς τριακονταετοῦς παραγραφῆς ὅλων τῶν ἐγλημάτων πού διαπράχθηκαν στά χρόνια του πολέμου, ἔφτασε πλημμυρίδα ἀπό ἐξόριστουςἝλληνες κομμουνιστές, πού ἄρχισαν νά προπαγανδίζουν τή δική τους ἐκδοχή γιά τόν πόλεμο, ἀνδείχνοντας τούς κομμουνιστές καπετάνιους τοῦ ἀντάρτικου σέ λαϊκούς ἥρωες. Ὅταν ἐγκαταστάθηκα στήν Ἑλλάδα, ἔβλεπα μπροστά μου καθημερινά τήν ἐπιτυχία τοῦ κόμματος στήν κατάκτηση τῆς συμπάθειας τῶν Ἑλλήνων πού εἶχαν γεννηθεῖ μετά τόν πόλεμο. Φοιτητές μέ νεανικά πρόσωπά μου χτυποῦσαν τήν πόρτα κάθε Σαββατοκύριακο, γιά νά μοῦ δώσουν προπαγανδιστικά φυλλάδια καί νά μέ προσκαλέσουν στά ἀτελεύτητα φεστιβάλ τῆς κομμουνιστικῆς νεολαίας. Ἄν τούς ρωτοῦσες γιά τό παιδομάζωμα, τίς ἐκτελέσεις πολιτῶν καί τίς θηριωδίες τῶν ἀνταρτῶν, χαμογελοῦσαν καί κουνοῦσαν τό κεφάλι μπρός στήν ἀμάθειά μου: τέτοια πράματα δέν εἶχαν συμβεῖ ποτέ, μοῦ ἐξηγοῦσαν ὑπομονετικά.
Ἦταν ἀναμφισβήτητη ἡ ἐπιτυχία τῶν κομμουνιστῶν, εἶχαν καταστήσει θρυλικούς τους ἀντάρτες στά μάτια τῆς σημερινῆς ἑλληνικῆς νεολαίας καί ξανάγραφαν τήν ἱστορία τοῦ πολέμου, ἀκόμη καί στό μυαλό παιδιῶν πού γεννήθηκαν ἀπό συχωριανούς μου. Κάποτε, σέ μία ὀνομαστική γιορτή ὅλο Λιῶτες, ἄκουσα ἕνα φίλο περίπου στήν ἡλικία μου νά συζητάει μέ τόν ἀνηψιό του, φοιτητῆ στό πανεπιστήμιο, εἴκοσι δύο χρονῶν. Ὁ θεῖος ἔλεγε στό παλικάρι: «Δέ διαλύσανε τήν οἰκογένειά μας, δέν πήρανε τή γιαγιά σου, τή μάνα σου καί μένα ἀπό τό χωριό μας καί μᾶς κλείσανε ἔξι χρόνια σέ στρατόπεδα στήν Οὐγγαρία;»
«Τό ἔκαναν γιά ἀνθρωπιστικούς λόγους», ἀπάντησε ψύχραιμα ὁ νέος, «γιά νά σᾶς σώσουν ἀπό τίς φασιστικές βόμβες».
«Καί οἱ χιλιάδες πολίτες ποῦ ἐκτελέσανε στά ἀνταρτοκρατούμενα χωριά; Κι αὐτό ἦταν ἀνθρωπιστικό;» ἐπέμενε ὁ θεῖος ὑψώνοντας τή φωνή. «Οἱ πέντε ποῦ σκοτώσανε στό Λιά;».
Τά μάτια τοῦ παλικαριοῦ σμίξανε. «Δέν θά τούς σκότωναν ἄν δέν ὑπῆρχε λόγος», εἶπε. «Θά εἶχαν πιθανόν πολύ μεγάλο λόγο».
Γιά νά σβήσουν αὐτές τίς θηριωδίες ἀπό τή συνείδηση τῶν Ἑλλήνων, οἱ κομμουνιστές, εὐθύς μόλις νομιμοποιήθηκαν, ἐξαπέλυσαν μία εὐρύτατη ἐκστρατεία νά σταματήσουν ὅλα τά ἐπίσημα μνημόσυνα γιά ὅσους σκοτώθηκαν στόν ἐμφύλιο πόλεμο, γιά τά θύματα, στά ὁποῖα ἦταν καί ἡ μάνα μου.
Πέτυχαν νά πείσουν τή νέα σοσιαλιστική κυβέρνηση πού ἀνέβηκε στήν ἐξουσία τό 1981, νά καταργήσει αὐτές τίς τελετές.
(Ἀπό τό βιβλίο «Ἑλένη» τοῦ Νίκου Γκατζογιάννη)
ΠΗΓΗ: ΡΩΜΑΙΙΚΟ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλιά σας να είναι κόσμια και χωρίς ύβρεις. Σε αντίθετη περίπτωση θα διαγράφονται.